Translate

Παρασκευή 25 Δεκεμβρίου 2020

Τσάρλι Τσάπλιν: Το έργο του παραμένει φάρος φωτεινός

 

Το έργο του, κλασικό, πολιτικό και βαθύτατα ουμανιστικό, 
απεικονίζει τον άνθρωπο που παρ’ όλες τις αντιξοότητες και τα εμπόδια αγωνίζεται να επιβιώσει, 
που αντιστέκεται στις συμπληγάδες. Στις σκοτεινές εποχές της ανέχειας και της κοινωνικής απορρύθμισης το έργο του παραμένει ένας φωτεινός φάρος, μια δέσμη ελπίδας. 
Ποιητής και ονειροπόλος, ο Τσάρλι Τσάπλιν, ο λατρεμένος όλων των γενεών Σαρλό, 
έφυγε από τη ζωή, σαν σήμερα (25/12/1977). 

Οι γονείς του, και οι δύο από το χώρο της τέχνης, του έμαθαν από πολύ μικρή ηλικία την τέχνη του τραγουδιού και με τη δική τους ενθάρρυνση άρχισε να εμφανίζεται σε θιάσους από πολύ μικρή ηλικία. Στα οχτώ του ήταν ήδη επαγγελματίας ηθοποιός. Η μητέρα του, γνωστή με το ψευδώνυμο Λίλι Χάρλι, ήταν τραγουδίστρια στο χώρο της κωμικής όπερας. Η παιδική ηλικία του Τσάρλι Τσάπλιν ήταν ιδιαίτερα δύσκολη, κάτι που ανάγκασε αυτόν και τον ετεροθαλή του αδερφό να «μεγαλώσουν» πολύ γρήγορα και να πάρουν τη ζωή στα χέρια τους. Οι γονείς του χώρισαν όταν ήταν τριών ετών. Ο πατέρας του ήταν αλκοολικός και πέθανε όταν ο Τσάπλιν ήταν δέκα ετών. Λίγο πιο πριν, η μητέρα τους κλείστηκε σε άσυλο ανίατων ψυχικών νοσημάτων.

Ο Τσάρλι Τσάπλιν περιόδευσε για πρώτη φορά στην Αμερική με το θίασο του Φρεντ Κάρνο, από το 1910 μέχρι το 1912. Μετά από πέντε μήνες στην Αγγλία, επέστρεψε, στην Αμερική, στα πλαίσια μιας δεύτερης τουρνέ για να παραμείνει τα επόμενα σαράντα χρόνια. 

Πώς όμως εμπνεύστηκε ο Τσάρλι Τσάπλιν τον ήρωα του πεινασμένου αλήτη, που ενσάρκωσε για χρόνια στις ταινίες του;

«Ενα Σάββατο, μετά το σχολείο, έφτασα σπίτι αλλά δε βρήκα κανέναν εκεί», γράφει στην αυτοβιογραφία του. «Ο Σίντνεϊ, όπως συνήθως, έλειπε όλη τη μέρα παίζοντας μπάλα και η νοικοκυρά μού είπε ότι η Λουίζ και ο γιος της είχαν βγει από νωρίς το πρωί. Στην αρχή ένιωσα ανακούφιση, γιατί αυτό σήμαινε πως δε θα είχα να τρίβω πατώματα και να καθαρίζω μαχαίρια. Περίμενα μέχρι πολύ μετά την ώρα του μεσημεριανού, οπότε άρχισα να ανησυχώ. Ισως να με είχαν εγκαταλείψει. Καθώς το απόγευμα περνούσε και χανόταν, άρχισαν να μου λείπουν. Τι είχε συμβεί; Το δωμάτιο έδειχνε αγριωπό και ανυπόφορο, τόσο άδειο, που με τρόμαζε. Αρχιζα κιόλας να πεινάω, έτσι κοίταξα στο κελάρι, αλλά δεν υπήρχε τίποτε. Δεν μπορούσα να αντέξω άλλο αυτή την αίσθηση του κενού, κι έτσι βγήκα έξω, έρημος, και πέρασα το απόγευμα τριγυρνώντας στα παζάρια που υπήρχαν ολόγυρα. Περιπλανήθηκα στη Λάμπεθ Γουόκ και στη Γάτα, κοιτάζοντας πεινασμένα στα παράθυρα των μαγειρείων τα προκλητικά, αχνιστά ψητά κοψίδια από χοιρινό και βοδινό και τις χρυσοκάστανες τηγανητές πατάτες πνιγμένες στη σάλτσα. Επειτα, για ώρες παρακολούθησα τους διάφορους ψευτογιατρούς να πουλάν τα παρασκευάσματά τους. Αυτό μου τράβηξε την προσοχή και με καταπράυνε, και για λίγο ξέχασα τα χάλια και την πείνα μου».

Τα πολιτικά μηνύματα των ταινιών του εμφανίζονται πιο έντονα στη δεκαετία του 1930 με κύριο θέμα αυτό της φτώχειας και της εξαθλίωσης, όπως στους «Μοντέρνους Καιρούς». Η πρώτη ταινία με διαλόγους είναι μια σάτιρα του Αδόλφου Χίτλερ και του ναζισμού. Στο «Μεγάλο Δικτάτορα», του 1940, έπαιξε το ρόλο του Αντενόιντ Χίνκελ, δικτάτορα της Τομανίας, εκφράζοντας τα αντιναζιστικά συναισθήματα του αμερικανικού λαού ένα χρόνο πριν την είσοδο των Αμερικανών στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Ο Τσάρλι Τσάπλιν πραγματοποίησε κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου σειρά πολιτικών ομιλιών, στις οποίες, ανοιχτά, στήριζε τη Σοβιετική Ενωση. Το γεγονός αυτό τον κατέστησε υποψήφιο – στις θέσεις της εμπροσθοφυλακής μάλιστα – στη μεταπολεμική, μακαρθική, «μαύρη λίστα» των ανθρώπων της Τέχνης και της διανόησης που «συνέβαλαν στην προβολή του κομμουνισμού μέσα από τον κινηματογράφο».

Λυσσώντας που «όλες οι ταινίες του γίνανε για τον καταπιεσμένο άνθρωπο», όπως ο ίδιος έλεγε, παρακολουθούσαν, κατασυκοφαντούσαν, διέσυραν από τον Τύπο την προσωπική του ζωή, έστησαν δικαστικές σκευωρίες περί «φοροδιαφυγής», «νόθων παιδιών», «βαναυσότητας» στις συζύγους του και πολεμούσαν τις ταινίες του.

Προς το τέλος του πολέμου, ο εισαγγελέας του απαγγέλλει κατηγορίες σύμφωνα με το νόμο Μαν για σωματεμπορία, προαγωγή στην πορνεία και ανηθικότητα. Αν και αθωώνεται λίγα χρόνια αργότερα, η δίκη καταστρέφει τη δημόσια του εικόνα.

Παράλληλα, με την άνοδο του μακαρθισμού στις ΗΠΑ, ο Τσάπλιν γίνεται στόχος του FBI για τις αριστερές του πεποιθήσεις. Αν και ο Τσάπλιν επί δεκαετίες ήταν η «χρυσοφόρα φλέβα» του Χόλιγουντ, ο μακαρθισμός τον πολέμησε συστηματικά. Εξαιτίας, αφενός, του κοινωνικού περιεχομένου του έργου του, αλλά και της φιλίας του με τον διωκόμενο από τους ναζί Γερμανό κομμουνιστή συνθέτη Χανς Αϊσλερ και της τόλμης του να ζητήσει από τον Πάμπλο Πικάσο να ενεργήσει για τη συμπαράσταση Γάλλων και άλλων Ευρωπαίων διανοουμένων και καλλιτεχνών στον διωκόμενο από τον μακαρθισμό Χ. Αϊσλερ, ο Τσάπλιν λάβαινε αλλεπάλληλα εξώδικα για ανάκριση από τη μακαρθική Επιτροπή.

Στα 1952 ο Τσάρλι Τσάπλιν συνοδευόμενος από την οικογένειά του αναχώρησε με το υπερωκεάνιο «Κουίν Ελίζαμπεθ» για την Αγγλία. Εκεί έμαθε πως του απαγόρευαν την επανείσοδό του στις ΗΠΑ:

«Μας ειδοποιούσαν» – σημειώνει στην αυτοβιογραφία του – «πως μου απαγόρευαν την επιστροφή στις Ηνωμένες Πολιτείες και πως αν ήθελα να ξαναεπισκεφθώ τη χώρα θα έπρεπε να περάσω από μια ανακριτική επιτροπή της Υπηρεσίας Μεταναστών για να απαντήσω σε κατηγορίες πολιτικής φύσης και ηθικής φαυλότητας. Το πρακτορείο Ηνωμένος Τύπος ήθελε να μάθει αν είχα κάποιο σχόλιο για όλα αυτά. Ολα τα νεύρα μέσα μου τεντώθηκαν. Το αν θα ξαναγύριζα σ’ αυτή τη χώρα της δυστυχίας ελάχιστα με ένοιαζε. Θα ήθελα πολύ να τους πω πως όσο νωρίτερα έφευγα μακριά από αυτή την ατμόσφαιρα που έσταζε μίσος, τόσο το καλύτερο, πως είχα βαρεθεί πια τις προσβολές της Αμερικής και τους ηθικούς της κομπασμούς και πως όλη η υπόθεση είχε καταντήσει φρικτά βαρετή. Ομως όλα τα υπάρχοντά μου βρίσκονταν στην Αμερική και ήμουν τρομοκρατημένος μήπως έβρισκαν κάποιον τρόπο για να μου τα κατάσχουν. Εδώ που είχαν φθάσει τα πράγματα, θα μπορούσα να περιμένω την πιο αδίστακτη συμπεριφορά από τη μεριά τους. Ετσι προτίμησα να βγάλω μια πομπώδη ανακοίνωση όπου έλεγα πως θα επέστρεφα και θα απαντούσα στις κατηγορίες τους και πως η άδεια επανεισόδου που μου είχαν δώσει δεν ήταν κάποιο παλιόχαρτο, αλλά ένα έγγραφο που μου παραδόθηκε καλόπιστα από την κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών – μπλα, μπλα, μπλα».

Παρέμεινε οριστικά στην Ευρώπη, στο Βεβέ της Ελβετίας, όπου πέθανε στις 25 Δεκέμβρη του 1977. Στο διάστημα αυτό ταξίδεψε στην Αμερική μόνο μια φορά, το 1972, προκειμένου να παραλάβει το ειδικό Τιμητικό Οσκαρ για τη συνεισφορά του στην έβδομη τέχνη, κερδίζοντας το μεγαλύτερο σε διάρκεια χειροκρότημα της ιστορίας των βραβείων. Το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου τον έχει κατατάξει δέκατο στη λίστα με τους 25 μεγαλύτερους σταρ όλων των εποχών.

https://www.imerodromos.gr/tsarli-tsaplin-to-ergo-toy-paramenei-faros-foteinos/


Τρίτη 22 Δεκεμβρίου 2020

Στην Κέρκυρα 170 χρόνια πριν, ο πρώτος «Ριζοσπάστης»

 


(ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ ΤΟΥ ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟΥ 19 ΚΑΙ 20/12/2020) 

Το κείμενο που ακολουθεί έχουν συντάξει οι Αγγελική Κορφιάτη, Αφροδίτη Κορφιάτη και Χρήστος Κορφιάτης και θα δημοσιευτεί σε τρεις συνέχειες στα σαββατοκυριακάτικα φύλλα της εφημερίδας μας

Στην Κέρκυρα, πριν από εκατόν εβδομήντα χρόνια. Το 1850. Τότε, στη «ναυτική πολιτεία που στα μπαλκόνια της και στις κληματαριές της σκόνταφταν τα κατάρτια», όπως την προσδιόριζε αργότερα ο Γιάννης Ρίτσος, στιχουργώντας το ομηρικό παρελθόν της στην «Οδύσσεια», κάτω από την μπότα των Βρετανών που διαφέντευαν όλα τα Ιόνια Νησιά ως προτεκτοράτο τους, εκυκλοφόρησε ο πρώτος «Ριζοσπάστης».

Μαχητικός. Οπως προμηνούσε ο τίτλος του.

Ασυμβίβαστος!

Με κείμενα - κόλαφο για την εθνική και την κοινωνική καταπίεση του επτανησιακού λαού, που αργότερα, καθώς κορυφώνονταν οι βρετανικές ραδιουργίες και περιελάμβαναν τη μετατροπή της Κέρκυρας σε κανονική αποικία του βρετανικού Στέμματος, θα έβρισκαν στη δημοσιογραφική πένα του Καρλ Μαρξ στο Λονδίνο έναν φλογερό υποστηρικτή του λαού των Ιονίων Νήσων και αμείλικτο κατήγορο του καθεστώτος της βρετανικής «Προστασίας» στα Επτάνησα.

Να τι έγραφε:

«Η εφημερίς αύτη, πιστώς και ειλικρινώς ερμηνεύουσα τα φρονήματα των Επτανησίων και ευτόλμως υπερασπίζουσα τα δικαιώματα αυτών, διακηρύττει ότι, πάσα από μέρους της προστασίας χορηγουμένη μεταρρύθμισις δεν ήθελεν είσθαι ειμή νέα επιβουλή, νέα ένεδρα κατά των εθνικών μας δικαιωμάτων. Μέγα και αχανές υπάρχει χάσμα μεταξύ ημών και της προστασίας· ουδείς συμβιβασμός, ουδεμία συμφιλίωσις είναι δυνατόν να υπάρξη μεταξύ αυτής και των Επτανησίων· είναι πάντη ανωφελές και μάταιον παν άλλο νομιζόμενον αγαθόν, παρά την παύσιν της προστασίας» («Ο Ριζοσπάστης», φ. 1, σελ. 1, «Σκοπός και πορεία του Ριζοσπάστου»).

Εφημερίδα «Εθνική και Δημοκρατική», όπως εξηγούσε πλάι στον τίτλο της, ήταν εκείνος ο πρώτος ελληνικός «Ριζοσπάστης» στην αγγλοκρατούμενη Κέρκυρα, έξι δεκαετίες περίπου προτού κυκλοφορήσει ο αθηναϊκός «Ριζοσπάστης». Πενήντα οκτώ χρόνια, για την ακρίβεια, προτού ο Ευβοιώτης δημοκράτης Γιώργος Φιλάρετος, πρωταγωνιστής μαζί με πολιτικούς επιγόνους των πρώτων Επτανήσιων ριζοσπαστών αγωνιστών σε αθηναϊκό δημοκρατικό σύλλογο, κυκλοφορήσει το 1908 στην Αθήνα εφημερίδα «δημοκρατικών ιδεών» με τον τίτλο «Ριζοσπάστης».


Προηγήθηκε εκείνος πριν εμφανιστεί ο αθηναϊκός «Ριζοσπάστης», που το 1921 μετατράπηκε σε επίσημο δημοσιογραφικό όργανο του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος (ΚΚΕ) ή πιο σωστά του πρόγονου κόμματος, το οποίο ιδρύθηκε το 1918 με την ονομασία Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα Ελλάδας (ΣΕΚΕ), είχε την έδρα του σε πρώτη φάση σε χώρους της Κεφαλληνιακής Αδελφότητας στο κέντρο της Αθήνας και το 1924 μετονομάστηκε σε Κομμουνιστικό.

Οπλήρης τίτλος της κερκυραϊκής - επτανησιακής εφημερίδας του 1850 ήταν «Ο Ριζοσπάστης». Υπεύθυνος έκδοσής της ο Κερκυραίος Αναστάσιος Τεμπονέρας. Αφανής διευθυντής, σύμφωνα με ορισμένες πηγές, ήταν ο Κεφαλονίτης ρηξικέλευθος πολιτικός και κοινωνικός αγωνιστής Ιωσήφ Μομφερράτος, εκδότης εφημερίδας με ριζοσπαστικές ιδέες στην Κεφαλονιά από το 1849. «Δεν θέλω λείψει», ανέφερε επιστολή του που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα στο πρώτο φύλλο της, με έκκληση για εμμονή σε γνήσιες πρωτοποριακές θέσεις που τον εξέφραζαν. Η εφημερίδα τυπώθηκε στο «Τυπογραφείον Ερμής Χ. Νικολαΐδου Φιλαδελφέως» στην αγγλοκρατούμενη, τότε, Κέρκυρα. Ηταν τετρασέλιδη, εβδομαδιαία εφημερίδα.

Τολμούσε:

«Εύτολμος και θαρραλέα φωνή αντιπροσώπων θέλει αντηχήσει εις τον ελληνικόν περίβολον της Επτανησιακής Βουλής και θέλει κηρύξει στεντορίως τας αληθείς ανάγκας και τα δικαιώματα του επτανησιακού λαού. Η έντονος αυτών φωνή θέλει ακουσθή μετ' ευχαριστήσεως και ευγνωμοσύνης υπό του λαού τούτου, και διελθούσα τα πελάγη, θέλει φθάσει εις τα ώτα των ευρωπαϊκών λαών, και αυτής ακόμη της διπλωματίας» («Ο Ριζοσπάστης», φ. 1, σελ. 1, «Σκοπός και πορεία του Ριζοσπάστου»).

Σώζονται αντίτυπά της στο Μουσείο Τύπου της Πάτρας, στη Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων στην Αθήνα και στην Κοργιαλένειο Βιβλιοθήκη της Κεφαλονιάς.

Εκυκλοφόρησε στην Κέρκυρα, όπου τον 5ο αι. π.Χ. είχε ξεσπάσει ο πιο ταξικός γνωστός εμφύλιος πόλεμος της αρχαιότητας στα σημερινά ελληνικά εδάφη, για πρώτη φορά τις 5 Απρίλη του 1850 (βλ. φωτογραφία πάνω). Εξέφραζε ατύπως το επτανησιακό Ριζοσπαστικό Κόμμα. Το πολιτικό κόμμα, δηλαδή, που εμφανίστηκε ως «Ριζοσπαστική Μειονότης» στο Κοινοβούλιο των Ιονίων Νήσων και γεννήθηκε στη λεβεντογέννα Κεφαλονιά μια χρονιά σημαδεμένη από πολλά ιστορικά γεγονότα: Το 1848.

Δεν νέρωνε το κρασί της:

«Πιστή και ακλόνητος εις την πορείαν της, έχουσα δε υπέρ εαυτής την ακαταμάχητον δύναμιν του δικαίου και την συμπάθειαν εν ταυτώ των ευρωπαϊκών λαών, ευτόλμως αναδέχεται τον αγώνα, τον οποίον, και η εμπιστευθείσα εις αυτήν αποστολή, και αι πολυειδώς και πολυτρόπως διατρανωθείσαι διαδηλώσεις του επτανησιακού λαού, επιβάλλουσι εις αυτήν» («Ο Ριζοσπάστης»,φ. 1, σελ. 2, «Σχέδιον απαντήσεως της ριζοσπαστικής μειονότητος της Βουλής των αντιπροσώπων εις τον λόγον του αρμοστού»).

Γρήγορα το κόμμα αυτό, αν και λειτουργούσε ατύπως και δεν ανέπτυξε οργανωτικούς δεσμούς ανάμεσα στους υποστηρικτές του, άπλωσε βλαστούς και ρίζες στη σημαδεμένη από το 1640 από αγροτικές εξεγέρσεις μαγεύτρα Κέρκυρα, την ένδοξη Ζάκυνθο του Σολωμού και του Κάλβου, την Αρματολών φωλιά Λευκάδα, την ξακουστή Ιθάκη, τους αδούλωτους Παξούς και στα πάνω σε χρυσό βράχο Κύθηρα, καταπώς προσδιόριζε τα εφτά μεγάλα νησιά του Ιονίου Πελάγους ο Κωστής Παλαμάς. Δρούσε σ' όλα τα αγγλοκρατούμενα τότε Επτάνησα, όπου το 1817, τρία χρόνια μετά την πλήρη κατάληψή τους από τη Βρετανία, ο αρμοστής Τόμας Μέτλαντ είχε ανακοινώσει τη θέσπιση αυταρχικού Συντάγματος του προτεκτοράτου των «Ηνωμένων Ιονίων Νήσων» με τα κανόνια του Παλαιού Φρουρίου της πόλης της Κέρκυρας στραμμένα εναντίον του λαού.

Ξεσκέπαζε τις κρυμμένες αλήθειες:

«Διά της βίας, διά και του τρόμου, διά των πλαστών συνωμοσιών, διά των συκοφαντιών, καταδιωγμών, φυλακίσεων και εξοριών, διά της απάτης προσέτι και της διαφθοράς, και διά παντοίου είδους καταχθονίων και φρικαλέων μέσων, επεβλήθη το επάρατον εκείνο και καταχρηστικώς καλούμενον σύνταγμα του 1817» («Ο Ριζοσπάστης», φ. 1, σελ. 2, «Σχέδιον...», ό.π.).

Κίνημα μαχητικό. Αστικοδημοκρατικό. Εθνικοαπελευθερωτικό για την ένωση της Επτανήσου με την Ελλάδα. Με κηρύγματα δημοκρατικής και κοινωνικής «ανάπλασης» και για την καθιέρωση του δικαιώματος της καθολικής ψήφου, καθώς το δικαίωμα αυτό αναγνωριζόταν τότε σε λιγότερο από το 10% του πληθυσμού. Με ευρεία λαϊκή υποστήριξη από τους εργαζόμενους των πόλεων και τον αγροτικό κόσμο της υπαίθρου. Με αμέτρητους αγωνιστές που αντιμετώπισαν ανείπωτα βασανιστήρια, ταπεινώσεις, φυλακίσεις, εξορίες, εμπρησμούς σπιτιών, μαστιγώσεις, καθώς και την αγχόνη. Αυτό ήταν, αν και δεν είχε διατυπωμένο ενιαίο επίσημο Πρόγραμμα, το επτανησιακό Ριζοσπαστικό Κόμμα στα αγγλοκρατούμενα Επτάνησα της εποχής του. Ατυπο δημοσιογραφικό όργανό του ήταν ο πρώτος αυτός ελληνικός «Ριζοσπάστης».

Στηλίτευε τις κοινωνικές αδικίες:

«Αστικός κώδιξ καθιερώνων διατάξεις πάντη ανεφαρμόστους εις την κατάστασίν μας και τεινούσας εις την απογύμνωσιν του λαού μας, ως είναι ο ανατοκισμός, ο πλειστηριασμός των κτημάτων, και άλλαι επίσης ολέθριαι διατάξεις, αίτινες, συνενούμεναι με την καταστρεπτική και προς τον αυτόν σκοπόν τείνουσαν Ιονικήν Τράπεζα, ολίγον εισέτι καιρόν παρατεινόμεναι, ήθελον επιφέρει την παντελή απογύμνωσιν του ατυχούς τούτου λαού και την συγκέντρωσιν της ιδιοκτησίας, του εξαγομένου των κόπων και των ιδρώτων του, εις χείρας ολίγων τινών μεγαλοκτημόνων, ευτελών υποστηρικτών και οργάνων της ξενοκρατίας (...) - ιδού πράγματα αδιακόπως καταπιέζοντα την κοινωνίαν μας» («Ο Ριζοσπάστης», φ. 1, σελ. 2, «Σχέδιον...», ό.π.).

Με τον εμπνευσμένο Κεφαλονίτη αγωνιστή Ιωσήφ Μομφερράτο στις πρώτες γραμμές του την περίοδο της ίδρυσής του, το Ριζοσπαστικό Κόμμα ήταν βαθιά επηρεασμένο από τη Γαλλική αστική Επανάσταση του 1789 και τις εξεγερτικές και δημοκρατικές ιδέες του Θεσσαλού επαναστάτη Ρήγα Φεραίου.

Είχε παραμείνει ισχυρή η παράδοση των γεγονότων του 1797, οπότε ο λαός των νησιών είχε υποδεχθεί με ενθουσιασμό την κατάλυση της κυριαρχίας της Βενετίας και του αριστοκρατικού τοπικού πολιτεύματος από τους Γάλλους Δημοκρατικούς, τραγουδώντας τον «Θούριο» του Ρήγα, αλλά και τη «Μασσαλιώτιδα» και την «Καρμανιόλα» των Γάλλων σε ελληνικές εκδοχές. Στην Κέρκυρα είχε τυπωθεί άλλωστε το 1798, για πρώτη φορά στον ελληνικό χώρο, ο «Θούριος» του Ρήγα. Επίσης, στα Επτάνησα είχε διαδοθεί από τότε, με το γνωστό ως «Χειρόγραφο των Κυθήρων», το προωθημένο για την εποχή του «Σύνταγμα» του Ρήγα, που όριζε ως συνταγματικό δικαίωμα του λαού να μάχεται και να επαναστατεί για το δίκιο του. Το 1803 ένας προοδευτικός Κεφαλονίτης ιατροφιλόσοφος υποστηρικτής των ιδεών των Γάλλων Δημοκρατικών ήταν εισηγητής Συντάγματος που καταργούσε στην υπό ρωσο-τουρκική κυριαρχία «Επτάνησο Πολιτεία» τη μονοπωλιακή διαχείριση των τοπικών υποθέσεων από την αριστοκρατική φεουδαρχική τάξη των μεγάλων γαιοκτημόνων. Επρόκειτο για τον Φραγκίσκο Τζουλάτη, ο τρισέγγονος του οποίου, Κερκυραίος επαναστάτης φοιτητής Φραγκίσκος Τζουλάτης, έμελλε το 1918 να εκπροσωπήσει τη σοσιαλιστική οργάνωση της Κέρκυρας στο ιδρυτικό Συνέδριο του ΣΕΚΕ.

Το κόμμα των Ριζοσπαστών ήταν επηρεασμένο ακόμη περισσότερο, σύμφωνα με τον κορυφαίο μελετητή της δράσης του, Γιώργο Αλισανδράτο, από τη νεότερη Φεβρουαριανή αστική - δημοκρατική Επανάσταση που είχε συγκλονίσει τη Γαλλία τον Φλεβάρη του 1848. Σ' εκείνο το γαλλικό επαναστατικό κίνημα, ως γνωστόν, είχε πάρει μέρος και η εργατική τάξη του Παρισιού, με ιδιαίτερα αιτήματα. Κερδήθηκε τότε, μαζί με κάποιες άλλες δημοκρατικές ελευθερίες, ευνοϊκό Διάταγμα για «Το δικαίωμα στην εργασία». Αντιθέτως, η νέα εξέγερση που ακολούθησε τον Ιούνη του 1848 στο Παρίσι, στην πρώτη μάλλον μεγάλη σύγκρουση των εργατών με την αστική τάξη, είχε τόσο καταπνιγεί στο αίμα, που ακολούθησε πολιτικό και κοινωνικό πισωγύρισμα, εξηγημένο από τον Καρλ Μαρξ στο έργο του «Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη».

Δημοκρατικά και εθνικά επαναστατικά κινήματα και εξεγέρσεις, θυμίζουμε, είχαν ξεσπάσει το 1848, πέρα από τη Γαλλία, στη Γερμανία, στην Ιταλία, στην Ουγγαρία, στην Πολωνία, στη Μολδαβία, στη Σουηδία, στη Δανία και αλλού. Ο Διονύσιος Σολωμός, στην Κέρκυρα, έγραφε το έτος αυτό σε επιστολή του: «Σε όλα τα μέρη της Γης οι επαναστάσεις πέφτουν σαν κοπάδια σπουργίτια (...) Θα έχουμε μεγάλα ανακατώματα, αλλά και μεγάλους αγώνες (...) Ο τελικός όμως καρπός θα είναι το αγαθό». Επαναστάτες της Ιταλίας είχαν καταφύγει στην Κέρκυρα και σε άλλα νησιά του Ιονίου.

Ατένιζε σε όλους τους λαούς του κόσμου:

«Ενεκα του σωτηριώδους ευρωπαϊκού σάλου του 1848 και των γενναίων προσπαθειών των λαών προς ανάκτησιν και αποκατάστασιν της ασεβώς καταπατουμένης εθνικότητος και κυριαρχίας των, η προστασία, εγκαίρως εγκαταλιπούσα την λεοντήν, και ενδυθείσα την φυσική εις αυτήν αλωπεκήν, ενόμισεν αρμόδιον, προς αναχαίτισιν του εις το βάθος της καρδίας των Επτανησίων ανεξαλείπτως εγκεχαραγμένου εθνικού αισθήματος, να χορηγήση ουτιδανάς τινάς μεταρρυθμίσεις, ως έργον τάχα ελευθεριότητος και μεγαλοδωρίας» («Ο Ριζοσπάστης», φ. 1, σελ. 1, «Σκοπός...», ό.π.).

Την ίδια χρονιά, το 1848, λίγες μέρες πριν από τη Φεβρουαριανή Επανάσταση, ως γνωστόν, εκυκλοφόρησε για πρώτη φορά και υψώθηκε απειλητικά για την κυρίαρχη τάξη πάνω από την Ευρώπη το «Κομμουνιστικό Μανιφέστο» του Καρλ Μαρξ και του Φρίντριχ Ενγκελς. Οι δυο τους εξέδωσαν τότε στη Γερμανία τη ριζοσπαστική «Νέα Εφημερίδα του Ρήνου», ενώ τον Ιούνη του 1847 είχαν ιδρύσει στο Λονδίνο την Ενωση Κομμουνιστών με σύνθημα «Προλετάριοι όλων των χωρών, Ενωθείτε».

Δικαιολογημένα ή όχι, σε λαϊκή εξέγερση που εκδηλώθηκε το 1849 σε περιοχή της Κεφαλονιάς και αργότερα με υπερβολή αποκλήθηκε «Κομμούνα της Κεφαλονιάς», είχε αποδοθεί και ιδιαίτερο ταξικό κίνητρο, πέραν του εθνικού, για το ένοπλο λαϊκό μένος εναντίον μερίδας των οικονομικά και πολιτικά κυρίαρχων ισχυρών παραγόντων της περιοχής.

Το βέβαιον είναι ότι τα νέα απ' την Ευρώπη έφταναν τότε γρήγορα με πολλούς τρόπους στα Επτάνησα. «Στην πλώρη, που κυρτά, γυρτός, τούτα 'π' ο ξένος ναύτης», το είχε εκφράσει με στίχο ο Σολωμός.

Στιγμάτιζε την οικονομική λεηλασία του λαού:

«Επί τεσσαρακονταετίαν ολόκληρον η Επτάνησος κυβερνάται υπό το τερατώδες και καταστρεπτικόν αυτό σύστημα, και κατά το διάστημα τούτο τεσσαράκοντα εκατομμύρια διστήλων αφηρπάσθησαν του λαού. Από το κολοσσαίον δε αυτό ποσόν, ποίον καλόν έγεινε υπέρ αυτού;» («Ο Ριζοσπάστης», φ. 1, σελ. 3, «Σχέδιον...», ό.π.).

(Συνεχίζεται)


https://www.rizospastis.gr/story.do?id=11056489

Μόσχα: Τίμησαν την επέτειο γέννησης του Ι.Β. Στάλιν στην Κόκκινη Πλατεία


 Με μια λιτή αλλά μεγάλου συμβολισμού εκδήλωση στην Κόκκινη Πλατεία της Μόσχας, δεκάδες άντρες και γυναίκες, εργαζόμενοι, μέλη και οπαδοί Κομμουνιστικών Κομμάτων και νεολαιών τίμησαν χθες την 142η επέτειο της γέννησης του Ιωσήφ Στάλιν.
Κρατώντας κόκκινες σημαίες και πορτραίτα του σοβιετικού ηγέτη, οι παρευρισκόμενοι κατέθεσαν στεφάνια και λουλούδια στον τάφο του Στάλιν που βρίσκεται στη Νεκρόπολη του τείχους του Κρεμλίνου. Μετά το πέρας της εκδήλωσης, ο Πρόεδρος του ΚΚ της Ρωσικής Ομοσπονδίας Γκενάντι Ζιουγκάνοφ έκανε δηλώσεις στους δημοσιογράφους εξαίροντας, μεταξύ άλλων, την προσωπικότητα και το έργο του σπουδαίου Σοβιετικού ηγέτη και επαναστάτη.
Λουλούδια επίσης κατατέθηκαν στο μαυσωλείο του Λένιν και στον τάφο του Στρατάρχη του Κόκκινου Στρατού Γκ. Ζούκωφ.

atexnos.gr

http://www.gkordis.com/2020/12/blog-post_82.html

Νίκος Μπελογιάννης

 


Ο Νίκος Μπελογιάννης γεννήθηκε στις 22/12/1915 στην Αμαλιάδα. Οργανώθηκε στην ΟΚΝΕ και πήρε μέρος σε δύο μαθητικές απεργίες το 1931. Το 1934 έγινε μέλος του ΚΚΕ. Την ίδια χρονιά γράφτηκε στη Νομική Σχολή της Αθήνας. Το 1935 έγινε Γραμματέας της Κομματικής Οργάνωσης της Αμαλιάδας. Το Μάρτη του 1936 πιάστηκε κι εκτοπίστηκε στην Ίο.
Το Δεκέμβρη του 1936, ως φαντάρος πιάστηκε με τον Ντάβο, ανακρίθηκε και βασανίστηκε. Δικάστηκε σε 3 μήνες φυλακή και 6 εξορία. Το Μάη του 1938 πιάστηκε στον Πύργο. Τότε δικάστηκε σε 5 χρόνια φυλακή και σε 2 εξορία. Στα κάτεργα της Αίγινας έμεινε μέχρι την άνοιξη του 1942. Ακολούθησε η Ακροναυπλία και τα ιταλικά στρατόπεδα συγκέντρωσης Κατούνας, Βόνιτσας και Κέρκυρας. Μετά από την Απελευθέρωση δούλεψε ως επικεφαλής της διαφώτισης του Γραφείου Πελοποννήσου ενώ αργότερα ως Γραμματέας της ΚΟ Πάτρας.
Το Φλεβάρη του 1947 εντάχθηκε στο Γενικό Αρχηγείο του ΔΣΕ. Τοποθετήθηκε στο ΙΙ Γραφείο, στη συνέχεια υποδιοικητής της Σχολής Αξιωματικών και ύστερα στη διαφώτιση. Αργότερα ως Πολιτικός Επίτροπος στην 102 Ταξιαρχία και στη συνέχεια στη 10η και την 1η Μεραρχία του ΔΣΕ. Πήρε μέρος σε πολλές μάχες στο Βίτσι και Γράμμο όπου και τραυματίστηκε στην κορυφή «Γκόλιο». Επιπλέον, στο επίλεκτο απόσπασμα (Φλωράκη - Παπαγεωργίου) ως Πολιτικός Επίτροπος ξεκίνησε από το Γράμμο και κατέβηκε στο χώρο μεταξύ Καρδίτσας και Καρπενησίου. Το Σεπτέμβρη του 1949 επέστρεψε πλέον στο έδαφος της Αλβανίας και ύστερα στη Ρουμανία. Στην 7η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ το Μάη του 1950 έγινε αναπληρωματικό μέλος της. Ξεκίνησε για μυστική αποστολή στην Ελλάδα. Στην 3η Συνδιάσκεψη του ΚΚΕ τον Οκτώβρη του 1950, εκλέχτηκε μέλος της ΚΕ.
Στην Αθήνα έφτασε στις 7/6/1950 και έπεσε στα χέρια της Ασφάλειας στις 20/12/1950. Την ίδια περίοδο πιάστηκαν άλλοι 92 σύντροφοι και παραπέμφθηκαν στην ίδια δίκη με το Νίκο Μπελογιάννη. Η δίκη τους άρχισε στις 19/10/1951 και η απόφαση εκδόθηκε στις 16/11/1951, με τις θανατικές καταδίκες του Νίκου Μπελογιάννη, της Έλλης Ιωαννίδου και άλλων δέκα από τους κατηγορούμενους. Ακολούθησε δεύτερη δίκη η οποία σκηνοθετήθηκε ως «υπόθεση κατασκοπείας». Η δεύτερη δίκη ξεκίνησε στις 15/2/1952 κι έληξε την 1/3/1952 με τις εξής θανατικές καταδίκες: οι Μπελογιάννης και Αργυριάδης δύο φορές σε θάνατο, οι Μπάτσης, Καλούμενος, Λαζαρίδης, Ιωαννίδου, Τουλιάτος και Μπισμπιάνος μία φορά σε θάνατο.
Ακολούθησε διεθνής κινητοποίηση, κατακραυγή και αγώνας αποφευχθεί η θανάτωσή τους. Στις 28/3 το «Συμβούλιο Χαρίτων» απέρριψε την αίτηση χάριτος για τους Νίκο Μπελογιάννη, Δημήτρη Μπάτση, Ηλία Αργυριάδη, Νίκο Καλούμενο. Οι κρατικές αρχές προχώρησαν αμέσως στην εκτέλεσή τους τα ξημερώματα της 30/3/1952, μέρα Κυριακή, που δεν εκτελούσαν ούτε οι Ναζί.

Πηγή: Ιστορικό Αρχείο ΚΚΕ

Δευτέρα 21 Δεκεμβρίου 2020

Ο... φιλόσοφος της μπάλας

 



Καθυστερημένο αφιέρωμα στο «γιατρό» του παγκοσμίου ποδοσφαίρου, τον Σόκρατες

Τα ξημερώματα της 4ης Δεκέμβρη 2011, ο Σώκρατες άφησε την τελευταία του πνοή, σε ηλικία 57 ετών,   στη μονάδα εντατικής θεραπείας του νοσοκομείου «Αλμπερτ Αϊνστάιν» του Σάο Πάολο, εξαιτίας μιας εσωτερικής λοίμωξης του γαστρεντερικού συστήματος που εξελίχθηκε σε σηψαιμικό σοκ. Η λοίμωξη είχε προέλθει παλιότερα από γαστρεντερική αιμορραγία που οφειλόταν στην υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ μιας και ποτέ δεν μπόρεσε να ελέγξει τα πάθη του. Ετσι πέρασε στην ιστορία ένας από τους καλύτερους Βραζιλιάνους παίκτες όλων των εποχών, ένας παίκτης με πλούσια αγωνιστική και εξωαγωνιστική δράση.

Ψηλός για «οχτάρι»... αλλά τέλειος

Ο Γιατρός, όπως ήταν το παρατσούκλι του εξαιτίας των σπουδών ιατρικής που είχε κάνει (όπως και φιλοσοφίας), γεννήθηκε στις 19/2/1954. Η επαγγελματική του καριέρα ξεκίνησε στην Μποταφόγκο το 1974 σε ηλικία 20 ετών. Αν και το ύψος του (1,91) θεωρήθηκε αρχικά απαγορευτικό για τη θέση που ήθελε να παίξει (οχτάρι), εντούτοις το έκανε και τα κατάφερε τέλεια. Επειτα από μια τετραετία και ενώ το ταλέντο του ξεχώριζε, μεταγράφηκε στην Κορίνθιανς, που ήταν και ο βασικός σταθμός της καριέρας του, καθώς έμεινε εκεί μέχρι το 1984, μετρώντας 297 συμμετοχές και 172 γκολ. Στα 30 του χρόνια έζησε την ευρωπαϊκή εμπειρία, φορώντας τη φανέλα της Φιορεντίνα για τη σεζόν 1984-85 (25 συμμετοχές, 6 γκολ). Την επόμενη χρονιά επέστρεψε στην πατρίδα του για λογαριασμό της Σάντος και στη συνέχεια η πορεία του ήταν φθίνουσα. Ο Σώκρατες ηγήθηκε της Εθνικής Βραζιλίας σε δύο Μουντιάλ, το 1982 και το 1986, έχοντας τεράστιους συμπαίκτες, όπως οι Ζίκο, Φαλκάο και Καρέκα, αλλά δεν ευτύχησε να φτάσει στην κορυφή του κόσμου. Με τη φανέλα της «Σελεσάο» μέτρησε 60 συμμετοχές και 22 γκολ. Η πιο άτυχη στιγμή πάντως στην καριέρα του θεωρείται αυτή στο Μουντιάλ του Μεξικού το 1986, όταν αστόχησε στη διαδικασία των πέναλτι στον προημιτελικό απέναντι στη Γαλλία και η Βραζιλία αποκλείστηκε από τη συνέχεια της διοργάνωσης.

Δράση εκτός γηπέδων

Πέρα όμως από την καριέρα στα γήπεδα ο Σώκρατες είχε πλούσια δράση και εκτός γηπέδων. Αρκετές φορές φορώντας την περίφημη κορδέλα στα μαλλιά του αποτύπωνε διάφορα μηνύματα, με αποτέλεσμα η Παγκόσμια Συνομοσπονδία Ποδοσφαίρου (ΦΙΦΑ) να τον απειλήσει με τιμωρία. Κορυφαία στιγμή πάντως θεωρείται η έμπνευση, η οργάνωση και η εφαρμογή του... πειράματος της λεγόμενης «Δημοκρατίας της Κορίνθιας», όταν εν μέσω της στρατιωτικής δικτατορίας στη Βραζιλία και αγωνιζόμενος τότε στην εν λόγω ομάδα κατάφερε (μαζί με τον συμπαίκτη του Βλαντιμίρ) να εκμεταλλευτεί τις διοικητικές ζυμώσεις και να αλλάξει ριζικά τον τρόπο λειτουργίας της ομάδας. Αυτό αφορούσε τον λόγο που απέκτησαν όλοι οι παίκτες της ομάδας (μέσω ψηφοφορίας) για μια σειρά σημαντικά ζητήματα του συλλόγου. Επίσης, τα έβαλε πολλές φορές με τον Πελέ, που εκπροσωπούσε το ποδοσφαιρικό κατεστημένο όσο κανείς άλλος στη Βραζιλία, ζήτησε διαφάνεια στη βραζιλιάνικη ποδοσφαιρική ομοσπονδία (η οποία έχει αμαυρωθεί αρκετές φορές από σκάνδαλα), ενώ έκανε προτάσεις για αλλαγή των ποδοσφαιρικών κανόνων, όπως το να παίζουν «εννιά εναντίον εννιά, καθώς με την ταχύτητα που τρέχουν οι ποδοσφαιριστές έρχονται πιο κοντά ο ένας στον άλλον, άρα για να παιχθεί ποδόσφαιρο, πρέπει να αδειάσει ο χώρος». Απεχθανόταν τους ατζέντηδες και δεν είχε ποτέ στην καριέρα του.

 "Δημοκρατία της Κορίνθιανς"

Η αγωνιστική ανωτερότητα του Σόκρατες στην Κορίνθιανς έγινε σχεδόν αμέσως ορατή. Αν και η θέση του στο γήπεδο άλλαξε, μέσα στα περίπου 5 χρόνια που βρέθηκε στην ομάδα της εργατιάς στο Σάο Πάουλο (ιδρύθηκε το 1910 από μία ομάδα μεταναστών εργατών σε ένα ελιτίστικο άθλημα που παιζόταν μόνο από απόγονους Βρετανών ή από κόσμο που εργαζόταν σε βρετανικές εταιρίες) πρόλαβε να αγωνιστεί σε περίπου 300 παιχνίδια και να σκοράρει κάπου στις 200 φορές. Από τη στιγμή, μάλιστα, που η "τιμάο" κατάφερε να διαγράψει τα "πέτρινα" χρόνια 23 ετών ξηρασίας από τίτλους μία χρονιά πριν την άφιξή του (το 1977 με το πρωτάθλημα Παουλίστα), κανένα από τα 3 τοπικά πρωταθλήματα στα οποία οδήγησε την ομάδα (1979, 1982, 1983) δεν συγκρίνεται από την... ενδογηπεδική, αλλά εξωαθλητική πρωτοβουλία του, την επονομαζόμενη "Democracia Corintiana" (ελληνιστί, "η Δημοκρατία της Κορίνθιανς").

Η Βραζιλία βρισκόταν υπό δικτατορικό καθεστώς, το οποίο κατέρρεε. Οι κοινωνικές εξεγέρσεις έβρισκαν ολοένα και περισσότερο έδαφος και οι έντονα πολιτικοποιημένοι Σόκρατες και Βλάντιμιρ, μαζί με τους Βάλτερ Κασαγκράντε και Ζένον, εκμεταλλεύθηκαν τις διοικητικές ζυμώσεις στην Κορίνθιανς, ώστε να σχηματίσουν ένα ιδεολογικό κίνημα.

Η βασική θέση της "Democracia Corintiana" προέβλεπε ψηφοφορία για κάθε απόφαση, ανεξαρτήτως σημασίας. Από την ώρα του γεύματος, μέχρι την πρόσληψη ή την απόλυση κάποιου ανθρώπου, απαιτείτο διαδικασία ψηφοφορίας, όπου συμμετείχαν απαράβατα όλοι οι εργαζόμενοι στο σύλλογο και κάθε ψήφος είχε την ίδια βαρύτητα ("από τον φυλαρούχα, μέχρι τον πρόεδρο").

"Υπήρχαν 3 διαφορετικές λύσεις και μετά τις θέταμε σε ψηφοφορία. Και επιλέγαμε την απόφαση της πλειοψηφίας. Δεν υπήρξαν ποτέ προβλήματα", σημείωνε ο Σόκρατες. Θυμάται, δε, στο βιβλίο του Άλεξ Μπέλος "Futebol", πως είχε τεθεί σε ψηφοφορία και ένα αρκετά δυσάρεστο θέμα για τον ίδιο, το οποίο θεωρεί πως αναδεικνύει σε μέγιστο βαθμό τον αυταρχισμό των διοικήσεων, το που θα καταλύει η αποστολή της ομάδας πριν τα παιχνίδια. "Οι συγκεντρώσεις ταπεινώνουν τους ανθρώπους. Είναι σαν να λες 'δεν αξίζεις τίποτα, είσαι ανεύθυνος, πρέπει να σε έχω υπό επιτήρηση'. Είναι ηλίθιο. Όσο πιο καλά είσαι, τόσο καλύτερα αγωνίζεσαι", θυμάται και γι' αυτό κάλπη για την επιλογή της τοποθεσίας ήταν πολύ σημαντική.

https://gkagkarin.blogspot.com/2020/12/blog-post_253.html

Χιλή, 21 Δεκέμβρη 1907... Η σφαγή της Σάντα Μαρία ντε Ικίκε...


 Ο χιλιανός στρατός κάτω από τις διαταγές του στρατηγού Ρομπέρτο Σίλβα Ρενάρ επιτέθηκε  σε χιλιάδες εργάτες των αλατορυχείων και τις οικογένειές τους που βρίσκονταν συγκεντρωμένοι στο σχολείο Σάντα Μαρία, στο Ικίκε, πόλη της Βόρειας Χιλής. Οι εργάτες είχαν διαδηλώσει για τις συνθήκες εργασίας και τους μισθούς τους. Ο αριθμός των νεκρών απεργών ήταν πάνω από 2.220.



Πηγές κειμένου και εικόνας :  


  • https://kmarxism.blogspot.com/2020/12/21-1907.html
  • https://www.kar.org.gr/2015/12/16/21-%CE%B4%CE%B5%CE%BA%CE%B5%CE%BC%CE%B2%CF%81%CE%AF%CE%BF%CF%85-1907-%CE%B7-%CF%83%CF%86%CE%B1%CE%B3%CE%AE-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CF%83%CF%87%CE%BF%CE%BB%CE%AE%CF%82-santa-maria-%CF%84%CE%B7%CF%82/

Σάββατο 19 Δεκεμβρίου 2020

Η τέχνη νίκησε το ριάλιτι

 




Σάρωσε η ταινία του ΑΝΤ1, αφήνοντας πίσω της τους δύο τελικούς των ριάλιτι και κάνοντας την μεγάλη έκπληξη το βράδυ της Παρασκευής

Κι όμως κανένας νικητής ριάλιτι, όσο δημοφιλής κι αν είναι, δεν κατάφερε να νικήσει την Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου. Η τέχνη νίκησε το ριάλιτι, η υψηλή αισθητική άφησε πίσω της την λογική της σύγχρονης τηλεόρασης και μία ταινία νίκησε δύο ριάλιτι.

Με 30,5% στο σύνολο και 28% στο δυναμικό κοινό η ταινία «Ευτυχία» που προβλήθηκε από τον ΑΝΤ1 έκοψε πρώτη το νήμα της τηλεθέασης αφήνοντας στη δεύτερη θέση το «Bachelor» του Alpha με 22,1 και 22,7% αντίστοιχα και στην τρίτη θέση το «Big Brother» του ΣΚΑΪ με 19% στο σύνολο και 16,5% στο δυναμικό κοινό.

https://anemosantistasis.blogspot.com/2020/12/blog-post_290.html

Μαρτσέλλο Μαστρογιάννι

 



Σαν σήμερα... 19 Δεκέμβρη 1996, έφυγε από τη ζωή ο σπουδαίος Ιταλός ηθοποιός Μαρτσέλλο Μαστρογιάννι (Marcello Vincenzo Domenico Mastroianni) (1924 - 1996)...


https://kosmasleont.blogspot.com/2020/12/19-1996-marcello-vincenzo-domenico.html

Ιωσήφ Στάλιν


Γράφει ο Νίκος Μόττας //atexnos,gr

Οι αστοί σε όλο τον κόσμο τρέμουν ακόμη τ’ όνομα του. Στους φασίστες και τους νεοναζί, η μορφή του προκαλεί αφόρητους εφιάλτες. Οι οπορτουνιστές-λαθρεπιβάτες του κομμουνιστικού κινήματος προσπαθούν εδώ και πολλές δεκαετίες να τον ξορκίσουν με ψέματα και συκοφαντίες.

Σαν χτες, πριν 142 χρόνια, στις 18 Δεκέμβρη 1878 γεννήθηκε στο Γκόρι της Γεωργίας ο Ιωσήφ Βησσαριόνοβιτς Τζουγκασβίλι, o άνθρωπος του οποίου η ηγετική φυσιογνωμία επηρρέασε όσο ελάχιστοι την πορεία του 20ου αιώνα. Ως επικεφαλής της ΚΕ του ΚΚ (μπολσεβίκων) της ΕΣΣΔ και του σοβιετικού κράτους, μετά το θάνατο του Λένιν, το όνομα του Στάλιν συνδέθηκε άρρηκτα με τις μεγάλες κατακτήσεις της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στην Σοβιετική Ένωση και την ανάπτυξη του σοσιαλιστικού συστήματος σε μια σειρά χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και της Ασίας.

Αν υπάρχει όμως κάτι το οποίο φέρει ανεξίτηλη την υπογραφή του σπουδαίου μπολσεβίκου επαναστάτη αυτό είναι η κολοσσιαία συμβολή της ΕΣΣΔ στη Μεγάλη Αντιφασιστική Νίκη των Λαών και το τσάκισμα του ναζισμού-φασισμού κατά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Άραγε, ποιά θα ήταν η τύχη της Ευρώπης και των λαών της εάν δεν υπήρχε το Στάλινγκραντ, οι Μάχες της Μόσχας και του Κουρσκ, εάν δεν υπήρχε η γενναιότητα και ο ηρωϊσμός των αντρών και γυναικών του Κόκκινου Στρατού; Για ποιά Ευρώπη θα μιλούσαμε σήμερα εάν δεν υπήρχε ο άνθρωπος για τον οποίο ο Στρατηγός Ζούκωφ έγραψε πως «σχεδίαζε κάθε κίνηση, πήρε όλες τις αποφάσεις, είναι η σπουδαιότερη στρατιωτική ιδιοφυϊα που υπήρξε ποτέ»;

Ο Στάλιν υπήρξε, χωρίς αμφιβολία, η πιο συκοφαντημένη προσωπικότητα στην ιστορία του 20ου αιώνα. Η εκστρατεία σπίλωσης και κατασυκοφάντησής του, που ξεκίνησε μετά το θάνατο του, εντάθηκε κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου και κυριολεκτικά απογειώθηκε μετά τις αντεπαναστατικές ανατροπές των αρχών της δεκαετίας του ’90, συνεχίζεται μέχρι σήμερα με αμείωτο ρυθμό. Επί δεκαετίες ολόκληρες λειτουργεί ακατάπαυστα μια ολόκληρη «βιομηχανία» παραχάραξης της ιστορίας, με στόχο τον Στάλιν και την περίοδο της ηγεσίας του στο τιμόνι της ΕΣΣΔ.

Τόνοι μελάνης και άπειρες σελίδες έχουν χρησιμοποιηθεί για την κατασκευή και προώθηση αντικομμουνιστικών μυθευμάτων και την προσπάθεια δαιμονοποίησης του Ι.Β.Στάλιν: Από τον επονομαζόμενο «ουκρανικό λιμό» (Holodomor) και τις περίφημες «Δίκες της Μόσχας» μέχρι το ναζιστικό έγκλημα στο Κατίν και τα υποτιθέμενα εκατομμύρια των εκτελεσθέντων στα διαβόητα «γκούλαγκ».

Τίθεται, λοιπόν, εύλογα το ερώτημα: Γιατί ο Στάλιν συνεχίζει, δεκαετίες μετά το βιολογικό του θάνατο, να αποτελεί στόχο τέτοιας λυσσασμένης επίθεσης, από αστικά επιτελεία και οπορτουνιστικά ρεύματα; Αφού, όπως ισχυρίζονται, ο Στάλιν ήταν ένας «δικτάτορας» ενός «καταπιεστικού καθεστώτος», αφού- όπως λένε- ο σοσιαλισμός του 20ου αιώνα «απέτυχε» και η κομμουνιστική ιδεολογία είναι πλέον «ξεπερασμένη», γιατί άραγε συνεχίζουν να επιτίθενται με μανία ενάντια στην ιστορία της ΕΣΣΔ και τον «δικτάτορα Στάλιν»;

Η απάντηση είναι ξεκάθαρη. Αυτό που τους ενοχλεί είναι να μη βγουν συμπεράσματα από την οικοδόμηση του σοσιαλισμού στην Σοβιετική Ένωση. Κύριος σκοπός τους είναι να θαφτεί, να συσκοτιστεί, να συκοφαντηθεί ο αγώνας του σοβιετικού λαού για μια κοινωνία απαλλαγμένη από την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, να αμαυρωθεί ο σοσιαλισμός του 20ου αιώνα ως «ολοκληρωτισμός» και «τυραννία». Χτυπούν τον Στάλιν, μα πραγματικός τους στόχος είναι ο σοσιαλισμός.

Τους ενοχλεί το γεγονός ότι ο Στάλιν, πατώντας στις στέρεες βάσεις που έθεσε ο Λένιν, καθοδήγησε το Κόμμα και την ΕΣΣΔ στις πλέον δύσκολες συνθήκες ιμπεριαλιστικής περικύκλωσης αλλά και εσωτερικής υπονόμευσης. Υπό την ηγεσία του, έλαβαν χώρα εξαιρετικά σημαντικά επιτεύγματα, τέθηκαν οι βάσεις μιας άνευ προηγουμένου ανάπτυξης που άλλαξε ριζικά την εικόνα της ΕΣΣΔ, μετατρέποντας μια καθυστερημένη, αγροτική κυρίως χώρα σε βιομηχανική υπερδύναμη.

Ο Ι.Β.Στάλιν υπερασπίστηκε τον σοσιαλισμό χωρίς να κάνει ούτε βήμα πίσω. Απέκρουσε τις προσπάθειες παλινόρθωσης του καπιταλισμού στο εσωτερικό της χώρας και ταυτόχρονα προετοίμασε την ΕΣΣΔ να αντιμετωπίσει επιτυχώς τις προκλήσεις του Β’ Παγκόσμιου Ιμπεριαλιστικού Πολέμου. Στις υπονομευτικές προσπάθειες τόσο των «δημοκρατικών» καπιταλιστικών χωρών (ΗΠΑ, Βρετανία, Γαλλία κλπ), όσο και του φασιστικού καπιταλιστικού άξονα (Ναζιστική Γερμανία, Ιαπωνία, φασιστική Ιταλία κλπ), η ΕΣΣΔ στάθηκε όρθια, πάλεψε και νίκησε.

Επί ηγεσίας του Στάλιν η κόκκινη σημαία με το σφυροδρέπανο κυμάτισε περήφανα στο Ράϊχσταγκ. Αυτό, οι αστοί και οι πραιτωριανοί τους δεν πρόκειται να το συγχωρήσουν ποτέ στον Στάλιν, τον σοβιετικό λαό και τους κομμουνιστές, όσες δεκαετίες κι’ αν περάσουν. Γι’ αυτό και θα συνεχίσουν λυσσαλέα να συκοφαντούν τον Ι.Β.Στάλιν, με απώτερο στόχο να ξορκίσουν και να αμαυρώσουν στις συνειδήσεις των λαών την αναγκαιότητα του σοσιαλισμού. Μα όσο κι’ αν το προσπαθήσουν, είναι βέβαιο πως δεν θα το πετύχουν.

Ο ίδιος ο Ιωσήφ Βησσαριόνοβιτς άλλωστε, προβλέποντας κατά κάποιον τρόπο τα γεγονότα, σημείωνε: «Μετά το θάνατό μου πολλά σκουπίδια θα ριχτούν πάνω στον τάφο μου, αλλά ο άνεμος της ιστορίας θα τα σκορπίσει».

https://www.koutiblog.eu/2020/12/142.html

Τετάρτη 16 Δεκεμβρίου 2020

Κώστας Βάρναλης


(ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ 902)

Σαν σήμερα, 16 Δεκέμβρη, πριν από 46 χρόνια «έφυγε» ο μεγάλος κομμουνιστής ποιητής Κώστας Βάρναλης, αφήνοντας όμως άσβεστο πίσω του το φως που πάντα καίει... 

«Της ζωής μου τα δυο μεγάλα σφάλματα τα πλέρωνα εβδομήντα χρόνια. Πρώτο: ζητούσα την αλήθεια σ' ό,τι μάθαινα· και δεύτερο: την έλεγα στα πλήθη». Έτσι έγραψε σ' ένα απ' τα τελευταία του ποιήματα («Ακροτελεύτιον») και έτσι έπραξε ο Κώστας Βάρναλης, ο πρώτος από τον κύκλο των ριζοσπαστικοποιημένων ποιητών του καιρού του, που μόλις τέσσερα χρόνια μετά την Οκτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση, με το έργο του «Φως που καίει» μετουσίωσε την κομμουνιστική ιδεολογία σε ποιητικό λόγο. Υπήρξε για τη χώρα μας ένας από τους πρώτους εισηγητές μιας νέας, σύγχρονης, πραγματικά πρωτοπόρας τέχνης όχι μόνο για την κομμουνιστική ιδεολογία που τη διαπνέει, αλλά και για την αισθητική της. Ο Βάρναλης, ανταμώνοντας με την κοσμοθεωρία του μαρξισμού - λενινισμού και τους κομμουνιστές, έκανε στην άκρη τη «βολή» του και τα «υψηλά» και «ιερά» ιδανικά της αστικής τέχνης και στρατεύτηκε με τα κομμουνιστικά ιδανικά. Έθεσε την ποίησή του στην υπηρεσία του λαού και έγινε «ξυπνητήρι» του. 

«Οχι με λόγια, μ' έργα τ' Αδικο πολέμα!

Κι όχι μονάχος! Με τα πλήθη συνταιριάσου!

Τ' άδικο μ' αίμα θρέφεται! Πνίξε το με αίμα.

Κι άμα θα σπάσουν οι αλυσίδες τ' αδερφού

η λευτεριά η δικιά του θάναι λευτεριά σου,

κι ανάγκη πια δεν θα 'χεις κανενός Θεού!..».

Στην προσωπικότητα του Βάρναλη συναντήθηκαν οι θεμελιακές ιδιότητες ενός πνευματικού ηγέτη: Το ανήσυχο κι απείθαρχο πνεύμα, η διεισδυτική κριτική σκέψη, η πλατιά και αφομοιωμένη μόρφωση, η απουσία κάθε έννοιας μικροαστικής σεμνοπρέπειας, η μαχητικότητα, αλλά κι η ευαισθησία. Όλα μαζί αυτά του τα χαρίσματα συμμάχησαν, για να τον βοηθήσουν να συλλάβει μέσα στην ιστορική κίνηση του καιρού του το χαρακτήρα της εποχής μας -εποχής που αντικειμενικά κι ανεξάρτητα από τα πισωγυρίσματα της ιστορίας είναι εποχή περάσματος από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό- και να γίνει ο βασικός λογοτεχνικός εκφραστής της, σημειώνεται μεταξύ άλλων στην εναρκτήρια εισήγηση του Επιστημονικού Συνεδρίου της ΚΕ του ΚΚΕ για τον Κώστα Βάρναλη.

Από τότε που τον κέρδισε η κομμουνιστική ιδεολογία, ο Βάρναλης έβαλε σκοπό της ζωής του να γίνει ο ποιητικός οργανωτής των διαθέσεων της εργατικής τάξης «για την κοινωνική της χειραφέτηση, για την κατάληψη της πολιτικής εξουσίας και την πραγματοποίηση του δικού της πολιτισμού», όπως γράφει στα Φιλολογικά Απομνημονεύματά του. Με επαναστατικό πάθος ρίχνεται στην προσπάθεια να βοηθήσει «τις δυνάμεις του μέλλοντος να νικήσουν», για ν' απαλλαγεί η ανθρωπότητα που βογκά από την αιτία της δυστυχίας της, το ξεπερασμένο και διαβρωμένο σε όλες του τις εκφράσεις κοινωνικό και πολιτικό σύστημα. Στόχος που προϋποθέτει η εργατική τάξη «να χωρίσει από τους κυρίους της», όπως τονίζει. Να αποκτήσει δηλαδή συνείδηση ως τάξη για τον εαυτό της, που αυτή πρέπει να πάρει την εξουσία

«Σεις οι δυνατοί -πρώτα της Γης κ' ύστερα τ' Ουρανού- δε μπορείτε να υπάρχετε χωρίς τους αδύνατους. Τη δύναμή σας την κλέβετε από δάφτους. Κ' ύστερα πολεμάτε συναμεταξύ σας ποιός θα μπορέσει να την κάνει ολάκερη δικιά του», λέει ο Μώμος το προσωπείο του Βάρναλη στο «Φως που καίει» και συνεχίζει: 

«Κ' οι δυό σας δε λέτε την αλήθεια. Ο κόσμος δεν έχει αρχή. Δεν έχει δημιουργό. Ύπαρχε πάντα. Και γίνεται πάντα μοναχός του. 

Όσο για τον άνθρωποι, τον έπλασε... η μαϊμού! Κ' εσάς οι άνθρωποι. Σας πλάσαν οι αφέντες της Γης "κατ' εικόνα και ομοίωσή τους". 

Δουλειά σας είναι να διατηρείτε την Ανισότητα και να προστατέβετε την Αδικία. Και μετά θάνατον; - Αέρας φρέσκος! 

Όξω από το συφέρο των Κροίσων (με κορώνα και δίχως κορώνα) κι όξω από τη φαντασία των φοβισμένων και των ανίδεων, δεν υπάρχετε πουθενά...». 

1912, στο Κράσι της Κρήτης. Κώστας Βάρναλης, Χαρίλαος Στεφανίδης, Νίκος Καζαντζάκης, Γαλάτεια Καζαντζάκη1912, στο Κράσι της Κρήτης. Κώστας Βάρναλης, Χαρίλαος Στεφανίδης, Νίκος Καζαντζάκης, Γαλάτεια Καζαντζάκη

Ο Κώστας Βάρναλης γεννήθηκε στις 26 Φλεβάρη 1883 στον Πύργο (Μπουργκάς). Το 1898 τελειώνει το Ελληνικό Σχολείο και συνεχίζει την εκπαίδευσή του στα Ζαρίφεια Διδασκαλεία της Φιλιππούπολης. Το 1902 έρχεται στην Αθήνα για να σπουδάσει φιλολογία και εκεί παίρνει μέρος στη διαμάχη για το γλωσσικό ζήτημα ως υποστηρικτής της Δημοτικής. Το 1904 δημοσιεύονται ποιήματά του στα περιοδικά «Νουμάς» και «Ακρίτας», ενώ το 1905 εκδίδεται η ποιητική του συλλογή «Κηρήθρες». 

Το 1908 παίρνει το πτυχίο του από το Πανεπιστήμιο Αθηνών και ξεκινάει να εργάζεται στην εκπαίδευση. Εργάζεται για χρόνια ως καθηγητής Μέσης Εκπαίδευσης. Για βιοποριστικούς λόγους εργάζεται και ως δημοσιογράφος, ενώ από το 1910 ασχολείται με τη λογοτεχνική μετάφραση. Από το 1908 έως το 1918 δημοσιεύονται ποιήματά του σε πολλά περιοδικά. 

Ο Κ. Βάρναλης, δάσκαλος της Γ' Τάξης Ελληνικών στα Μέγαρα, το 1911Ο Κ. Βάρναλης, δάσκαλος της Γ' Τάξης Ελληνικών στα Μέγαρα, το 1911

Το 1919 πηγαίνει στο Παρίσι με υποτροφία και παρακολουθεί μαθήματα Φιλοσοφίας, Φιλολογίας και Κοινωνιολογίας. Από εκεί, τον Αύγουστο στέλνει και δημοσιεύεται στο περιοδικό «Μαύρος Γάτος» το ποίημά του «Προσκυνητής», ως «πρώτο άσμα» που υπόσχεται συνέχεια. Αυτή τη συνέχεια θα τη ματαιώσει, όταν υιοθετεί τις επαναστατικές ιδέες του Μαρξισμού, που τον διαμορφώνουν, όπως ο ίδιος λέει, σε αντιϊδεαλιστή. 

Γράφει για εκείνη την περίοδο ο Δημήτρης Γληνός: «Η αστική Ελλάδα, που έσερνε πίσω της και τη μεγάλη μάζα του λαού, κάνοντας τη μεγάλη εξόρμησή της την πολεμική, είχε νικήσει σε δυο μεγάλους πολέμους μέσα σε λίγα χρόνια, στα 1912-13 και στα 1918. Τεράστια αυτοπεποίθηση είχε φουσκώσει περήφανα τα στήθια των Ελλήνων. Οι ραψωδοί της φυλής άρχισαν μεγαλόστομα να τραγουδούν τις νέες δόξες πλάι στις παλιές (...) Ο Βάρναλης απάνω σ' αυτή τη στιγμή έρχεται στο Παρίσι. Είναι πια ώριμος ποιητής, κατέχει την τεχνική του στίχου, παίζει την αρμονία στα δάχτυλα κ' η γλώσσα του είναι πλούσια και πολύχρωμη, μεστή από ολοζώντανα σύμβολα. Ο ορίζοντάς του, μόλις βγήκε από την Ελλάδα, πλαταίνει τεράστια. Θέλει τώρα να γίνει αυτός πνευματικός οδηγός του λαού του, να τραγουδήσει καλύτερ' απ' όλους τους άλλους, να σύρει τα πλήθη πίσω από την ορφική του λύρα.

Και γράφει τον "Προσκυνητή". Και αμέσως αυτό το Άσμα πρώτο του ιδεαλισμού του ήτανε και το τελευταίο. Σε λίγον καιρό γίνεται μέσα του ένας τέτοιος τεράστιος κριτικός διαφωτισμός, όπου το σύμπαντο κυριολεχτικά αναποδογυρίζεται. Σχεδόν ταυτόχρονα ή αμέσως μετά τον "Προσκυνητή", αρχίζει να γράφει "Το φως που καίει".

Η κρίσιμη στιγμή φυσικά από καιρό ετοιμαζότανε μέσα του. Από τον καιρό που πρωτοήρθε στην Ελλάδα, από τον καιρό που έζησε το βαλκανικό πόλεμο και τον εθνικό θρίαμβο. Μιαν ανταρσία, μιαν αντίθεση με τα καθιερωμένα είχε πάντα μέσα του. Τώρα, όμως, στο Παρίσι, ήρθε σε αμεσότατη επαφή με τις μεγάλες κοινωνικές αντιθέσεις. Ο Ρομαίν Ρολλάν, ο Μπαρμπύς τον επηρεάζουνε. Ακούει την κριτική των αριστερών για το μεγάλο πόλεμο. Και πέρα στο βάθος του ορίζοντα ξεχωρίζει τις τεράστιες φλόγες της ρούσικης επανάστασης.

Και τότε γίνεται μέσα του η οριστική μεταστροφή. Ο νατουραλισμός του, η επικούρεια διάθεσή του, που δεν έβρισκαν τρόπο να συνδυαστούν αρμονικά με μια ποίηση εθνική, θρησκευτική και ιδεαλιστική, βρέθηκαν συνταιριασμένοι εξαίρετα με τη φλογερή σαρκαστική ορμή, που ξυπνάει τώρα μέσα του και με το διαλεχτικό ματεριαλισμό, που καταχτάει το νου του σαν ένα ψυχόρμητο. Ο Βάρναλης βρήκε τον αληθινό εαυτό του. Οι ιστορικές συμβολικές μορφές, που αγωνιζότανε μάταια να τις συλλάβει και να τις αναστήσει μέσα στη θολή και ψεύτικη ατμόσφαιρα του ιδεαλισμού, ξύπνησαν ολοζώντανες, γέμισαν από νόημα ανθρώπινο, πήρανε σάρκα και χρώμα και πνοή μόλις τις αντίκρισε ρεαλιστικά και επαναστατικά». 

Παρίσι, 1923. Ο Κώστας Βάρναλης μαζί με τον Νίκο Χατζηκυριάκο - Γκίκα και τον Στρατή Ελευθεριάδη (Τεριάντ)Παρίσι, 1923. Ο Κώστας Βάρναλης μαζί με τον Νίκο Χατζηκυριάκο - Γκίκα και τον Στρατή Ελευθεριάδη (Τεριάντ)

Το καλοκαίρι του 1921, στην Αίγινα, γράφει «Το φως που καίει», το οποίο εκδίδεται το 1922 στην Αλεξάνδρεια με το ψευδώνυμο Δήμος Τανάλιας.

Το 1922 δημοσιεύει τους «Μοιραίους» στο περιοδικό της  ΟΚΝΕ, «Νεολαία» και το ποίημα «Λευτεριά» στο περιοδικό «Μούσα». Το 1923 ξεκινάει η εθελοντική συνεργασία του με τον «Ριζοσπάστη». Με νέα υποτροφία ξαναφεύγει στο Παρίσι. Το 1924 επιστρέφει και διδάσκει Νεοελληνική Λογοτεχνία στην Παιδαγωγική Ακαδημία του Δημήτρη Γληνού.

Το 1925 εκδίδει τη μελέτη «Ο Σολωμός χωρίς μεταφυσική». Ενώ εργάζεται στην Παιδαγωγική Ακαδημία, τιμωρείται στις 23 Φλεβάρη με εξάμηνη παύση για προσβολή της Παναγίας και της πατρίδας στα έργα του «Το φως που καίει» και «Ο λαός των μουνούχων». Οι συγκεκριμένοι στίχοι του αποτέλεσαν την αφορμή για το ξέσπασμα των «Μαρασλειακών». Για τη συμμετοχή του στα «Μαρασλειακά», μετά τη λήξη της παύσης του, τιμωρείται με δυσμενή μετάθεση στα Χανιά. Επειδή δεν αποδέχεται τη μετάθεση, απολύεται οριστικά. Φεύγει για τρίτη φορά στο Παρίσι, απ' όπου στέλνει ανταποκρίσεις στην εφημερίδα «Πρόοδος». 

Το 1927 εκδίδεται η ποιητική σύνθεση «Σκλάβοι Πολιορκημένοι». Παράλληλα, συνεργάζεται, με θεωρητικά κείμενα, στο περιοδικό «Αναγέννηση» του Δ. Γληνού. Το 1928 ξεκινάει να γράφει λήμματα στη Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια του «Πυρσού». Το 1929 παντρεύεται την ποιήτρια Δώρα Μοάτσου.

Στις 3/6/1929 διαμαρτύρεται με κείμενο δημοσιευμένο στον «Ριζοσπάστη» για την εφαρμογή του Ιδιώνυμου στους φοιτητές. 

Στις 13/12/1930 υπογράφει έκκληση διανοούμενων για τη σωτηρία των κομμουνιστών φαντάρων στο Καλπάκι. 

Με τη γυναίκα του, Δώρα Μοάτσου - Βάρναλη Με τη γυναίκα του, Δώρα Μοάτσου - Βάρναλη

Το 1932 εκδίδεται η «Αληθινή απολογία του Σωκράτη». Την ίδια χρονιά, μαζί με 29 ακόμα διανοούμενους, υπογράφει το Αντιπολεμικό Μανιφέστο. 

Γράφει ο ίδιος ο Βάρναλης στον πρόλογο της 5ης έκδοσης της «Αληθινής απολογίας του Σωκράτη» το 1956: «Μερικοί παρεξηγήσανε το σκοπό και πνέβμα του έργου. Νομίζανε πως μ' αφτό χλεβάζεται η "αρχαία Ελλάδα" κι ο μεγάλος φιλόσοφος Σωκράτης. Λάθος. Η Ελλάδα της παρακμής κι ο θεωρητικός της αντίδρασης χρησιμέψανε για πρόσχημα να χτυπηθεί η παρακμή κ' η αντίδραση της εποχής μας.

Το Σωκράτη, το τέκνο του λαού, που στάθηκεν εχθρός του λαού και καταφρονετής της δημοκρατίας, τον κατηγορήσανε τρεις, αλλά τον καταδίκασε ο λαός. Το δικαστήριο της Ηλιαίας με τα πεντακόσια μέλη του ήτανε δικαστήριο λαϊκό. Αλλά γιατί τον καταδίκασε ο λαός; Όταν ο Θρασύβουλος με τους φυγάδες δημοκρατικούς λεφτέρωσε την πατρίδα και παλινόρθωσε την κυριαρχία του λαού, οι παθοί δεν μπορούσανε να ξεχάσουνε τα εγκλήματα των Τριάντα Τυράννων, που είταν εγκάθετοι του Λύσανδρου και στηρίγματα της ολιγαρχίας. Κ' οι παθοί τούτοι μισούσανε και φοβόντουσαν τους εχθρούς της δημοκρατίας και φίλους των "σπαρτιατικών ηθών". Κ' ένας απ' αφτούς κι απ' τους σημαντικότερους είτανε κι ο Σωκράτης, ο δάσκαλος των προδοτών Αλκιβιάδη και Κριτία. 

Αλλ' αφτά τα "ιστορικά" δεν είναι το θέμα του βιβλίου. Η πρωτοτυπία του είναι τούτη: Ο Σωκράτης ο ίδιος αναγνωρίζει τα λάθη και τις ζημιές της διδασκαλίας του. Κι αφού κοροϊδέψει τους δημοκρατικούς της δουλοχτησίας, πάει πιο μπροστά απ' αφτούς και γίνεται κήρυκας της πανανθρώπινης λεφτεριάς». 

Το 1933 επανεκδίδεται το «Φως που καίει» με ουσιαστικές βελτιώσεις. 

Το 1934, ο Κώστας Βάρναλης ταξιδεύει στη Μόσχα, όπου μαζί με τον Δημήτρη Γληνό λαμβάνει μέρος στο Α' Συνέδριο των Σοβιετικών Συγγραφέων (17 Αυγούστου - 1 Σεπτέμβρη). Ο Βάρναλης μένει στην πόλη περίπου ένα μήνα, ζητώντας να επισκεφτεί πολλά μέρη, πέρα από τις εργασίες και τις εκδηλώσεις στο πλαίσιο του Συνεδρίου (στα άρθρα του αυτό αναφέρεται και ως Φεστιβάλ). Τα άρθρα που περιγράφουν τις εντυπώσεις του, δημοσιεύονται στα τέλη Σεπτέμβρη - αρχές Νοέμβρη στην εφημερίδα «Ελεύθερος Άνθρωπος» με τον γενικό τίτλο «Τι είδα εις την χώραν των Σοβιέτ».

Είναι χαρακτηριστικό το παρακάτω απόσπασμα από αυτές του τις εντυπώσεις για το σοβιετικό σχολείο: «Το διδαχτικό προσωπικό (που είνε πολυπληθέστατο) είνε στη θέση του από τις 15 Αυγούστου και προπαρασκευάζεται για το σχολικό έτος. Την 1η Σεπτεμβρίου το πρωί όλα τα παιδιά είνε παρόντα στο σχολείο. Τους δίνουμε τα τετράδιά τους κτλ. Από τα 1.100 παιδιά μονάχα τα 12 λείψανε! Κι αυτά στείλανε "επείγοντα" γράμματα αεροπορικώς ή τηλεγραφήματα, πως σε 2-3 μέρες θα έρθουν από την εξοχή όπου είνε με τους γονείς των, άλλα στον Καύκασο, άλλα στη Γιάλτα κτλ. Φοβούνται μήπως άλλα παιδιά τους πάρουνε τη θέση. Και πώς να μη συλλογιστή κανείς το δικό μας εκπαιδευτικόν... αραμπά, που οι εγγραφές και οι εξετάσεις βαστάνε ένα... εξάμηνο και οι παραδόσεις; πότε επιστράτεψη, πότε πρόσφυγες, πότε πλημμυροπαθείς..., πότε ...τύφος, μόλις γίνονται ένα μήνα και σε "ξένη" γλώσσα, την καθαρεύουσα, που είνε χειρότερη κι από επιστράτεψη κι από τύφο! (...) Τη 2α Σεπτεμβρίου το πρωί αρχίζουνε ταχτικά τα μαθήματα. Εννοείται, ούτε χαρτόσημα εγγραφής, ούτε μυθικές τιμές βιβλίων - έμμεσος τρόπος για ν' αριστοκρατικοποιήται η εκπαίδευση του Λαού. Τα φτωχά μάλιστα παιδιά παίρνουνε το πρωινό τους ή το βραδυνό τους φαγί τζάμπα, τα βιβλία τους τζάμπα, παπούτσια και ρούχα τζάμπα. Σ' αυτό το σχολείο υπάρχουνε 200 τέτια φτωχά παιδιά, δηλ. το 1/5 όλου του αριθμού. (Στο Πανεπιστήμιο της Μόσχας επάνω σε 5 χιλ. φοιτητές οι 4 χιλ. είνε... υπότροφοι του Κράτους, δηλ. τα 80%). Αυτή είνε πραγματικά λαϊκή παιδεία».

Μόσχα, 1934. Ο Κ. Βάρναλης με τον Δ. Γληνό και τον Θ. Κανονίδη, στο Α' Συνέδριο Σοβιετικών ΣυγγραφέωνΜόσχα, 1934. Ο Κ. Βάρναλης με τον Δ. Γληνό και τον Θ. Κανονίδη, στο Α' Συνέδριο Σοβιετικών Συγγραφέων

Το 1935 συνεργάζεται με τον «Ριζοσπάστη» και τους «Νέους Πρωτοπόρους». Συμμετέχει στο Διεθνές Συνέδριο Συγγραφέων στο Παρίσι και γράφει τις εντυπώσεις του στα «Νεοελληνικά Γράμματα». Από τον Οκτώβρη μέχρι και τον Δεκέμβρη, εξορίζεται μαζί με τον Δ. Γληνό στον Άη Στράτη και στη Λέσβο. Ο Βάρναλης βγήκε από την εξορία πιο δυναμωμένος, όπως δείχνουν και τα γραπτά του, ανάμεσά τους οι στίχοι του από το ποίημα «Οχτώβρης» που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα τοίχου των εξόριστων του Άη Στράτη, την επέτειο της Οκτωβριανής Επανάστασης: Απ’ τα μπουντρούμια και την εξορία η νέα του κόσμου ξεκινά Ιστορία.

Το καράβι που μετέφερε εξόριστους στον Άη Στράτη. Στην κάτω σειρά, με τον μπερέ ο Δ. Γληνός και με την τραγιάσκα ο Κ. ΒάρναληςΤο καράβι που μετέφερε εξόριστους στον Άη Στράτη. Στην κάτω σειρά, με τον μπερέ ο Δ. Γληνός και με την τραγιάσκα ο Κ. Βάρναλης

Το 1936 γίνεται μόνιμος συνεργάτης του «Ριζοσπάστη» μέχρι τη δικτατορία Μεταξά (4 Αυγούστου 1936). Η δικτατορία απαγορεύει τα βιβλία του. Στον ίδιο δεν επιτρέπεται να δημοσιογραφεί. Αναγκάζεται να γράφει ανυπόγραφα ή με διάφορα ψευδώνυμα. 

Το 1940 συλλαμβάνεται από την Ασφάλεια. Ο Μανιαδάκης τον απειλεί με εξορία αν συνεχίσει να γράφει κατά του φασισμού. Ο Βάρναλης δεν πτοείται και συνεχίζει να γράφει αντιφασιστικά κείμενα. Το 1941, με γενικό τίτλο «Από τις σκοτεινές σελίδες της Ρώμης» δημοσιεύει πορτρέτα Ρωμαίων αυτοκρατόρων, μέσα από τα οποία συνεχίζει την αντιφασιστική αρθρογραφία του. Το 1942-1944 συμμετέχει στο ΕΑΜ. Από το 1944 έως το 1947 γράφει τακτικά στον «Ριζοσπάστη», στον «Ρίζο της Δευτέρας» και την «Κομμουνιστική Επιθεώρηση». 

Το 1955 υπογράφει την ιδρυτική διακήρυξη της ΕΕΔΥΕ. Το 1956 εκλέγεται στο Γενικό Συμβούλιο της ΕΔΑ από την Α' Πανελλαδική της Συνδιάσκεψη. Γιορτάζονται τα λογοτεχνικά πενηντάχρονά του από την Εταιρία Ελλήνων Λογοτεχνών. 

Το 1959, στη Μόσχα, του απονέμεται το Βραβείο «Λένιν» για την Ειρήνη, για τη συμβολή του στον παγκόσμιο αγώνα για την ειρήνη. Αναφερόμενος στην κατηγορία ότι ανήκει στη «στρατευμένη Τέχνη», απάντησε με αυτά τα σταράτα λόγια: «...το δόγμα "η Τέχνη δεν κάνει πολιτική" διαψεύδεται από τα πράγματα. Ο Αριστοφάνης, ο Ντάντες, ο Θερβάντες, ο Ζολά, ο Τολστόι κάνουνε πολιτική. Πολιτική κατά των "κακώς κειμένων". Πολιτική έξω απ' τα δόντια. Ποιος μυθολόγος της εξωπολιτικής Τέχνης θα 'χει το κουράγιο να υποστηρίξει πως αυτοί οι ήλιοι του πνευματικού στερεώματος δεν είναι μέγιστοι δημιουργοί του λόγου; Να, λοιπόν, μια απόδειξη πως η Τέχνη μπορεί να κάνει πολιτική, χωρίς να πάψει να 'ναι Τέχνη και μάλιστα τρισμεγάλη. Ζήτημα, λοιπόν, υπάρχει μόνο για το ποια πολιτική δίνει ζωή και δύναμη στην Τέχνη και την απλώνει στο χώρο και στο χρόνο και ποια πολιτική τη χαλάει, τη σκοτώνει και τη μεταβάλλει σε καπνό χωρίς φλόγα...».

1959. Ο Κώστας Βάρναλης, στη Μόσχα, κατά την απονομή του «Βραβείου Λένιν για την Ειρήνη» 1959. Ο Κώστας Βάρναλης, στη Μόσχα, κατά την απονομή του «Βραβείου Λένιν για την Ειρήνη»

Το 1961 προτείνεται από την Ελληνική Εταιρία Λογοτεχνών για το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Η Εθνική Εταιρία Λογοτεχνών προτείνει τον Η. Βενέζη και τον Σ. Μυριβήλη. Το 1964 αναγορεύεται σε επίτιμο πρόεδρο του Εθνικού Συμβουλίου της Δημοκρατικής Νεολαίας Λαμπράκη. Στις 16 Δεκέμβρη 1974 ο Κώστας Βάρναλης φεύγει από τη ζωή. Η κηδεία του έγινε στις 18 Δεκέμβρη στο Α' Νεκροταφείο. 

Ο Βάρναλης συντάχθηκε με τους πρωτοπόρους διανοούμενους, τους φοιτητές, τους εργάτες και η μαρξιστική ιδεολογία άνοιξε νέους ορίζοντες στην ποίησή του. Ο ποιητής πλαστουργός μιας «νιας ζωής» που με το όραμα και τον αγώνα μεταμορφώνει τις συνειδήσεις και τις διαπαιδαγωγεί. Συνήθως, ο λόγος περιστρέφεται γύρω από τον Βάρναλη ποιητή ή και τον πεζογράφο. Όμως, πίσω από τον λογοτέχνη βρίσκεται ο φιλόσοφος, ο στοχαστής αγωνιστής, ο οποίος από τη στιγμή που εγκαταλείπει τη διονυσιακή, την αισθησιακή τάση, δίνει στην ποίησή του αποκλειστικά κοινωνικό περιεχόμενο. «Ο λόγος σου σπαθί, νυστέρι και φωτιά που φωτάει και φως που καίει. Σ' είδαμε πάντα με την παλάμη σου ανοιχτή, δίπλα στ' αυτί, για ν' αφουγκράζεσαι πίσω απ' τα τείχη τη στρογγυλή βουή του Ιστορικού, αναπότρεπτου ήλιου. Αυτόν τον ήλιο μάς έδειξες», θα πει για τον Κώστα Βάρναλη ο Γιάννης Ρίτσος

«Σ' όλη τη ζωή του δασκάλου, του λογοτέχνη και

του δημοσιογράφου, ποτέ ούτε έκανα ούτε έγραψα

τίποτα παρά τη συνείδησή μου ή εναντίον του λαού,

εναντίον της ελευθερίας του και των δικαιωμάτων του»

πό το γράμμα του, το 1966, στη βράβευσή του από τους δημοσιογράφους).

Ο αγώνας και η φροντίδα για να κατακτήσει η εργατική τάξη την αυτογνωσία της, είναι ο πυρήνας της ώριμης τέχνης του Βάρναλη. Κι αυτός είναι μαζί ο λόγος που διατηρεί και θα διατηρεί αμείωτη τη ζωντάνια της για όσον καιρό ακόμα θα συνεχίζεται η πάλη των τάξεων. Ώσπου δηλαδή «να περάσουμε το γεφύρι», όπως λέει ο Μώμος και να πληθύνουν τόσο οι συνειδητοποιημένοι Μώμοι που να κάνουν αυτού του είδους την ποίηση ολότελα περιττή. 

https://www.902.gr/node/244353